Τρίτη 30 Απριλίου 2024

Στα δημόσια νοσοκομεία μόνο για τα έκτακτα

 

Σημαντική μείωση στον αριθμό επισκέψεων στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των δημόσιων νοσοκομείων αλλά και στις δημόσιες μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας άφησαν στο ΕΣΥ η πανδημία της COVID-19 και οι μαζικές αποχωρήσεις γιατρών που ακολούθησαν. Πέρυσι, την πρώτη χρονιά μετά το τέλος της οξείας φάσης της πανδημίας, τα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων του ΕΣΥ δέχθηκαν περίπου 1,5 εκατομμύριο λιγότερες επισκέψεις σε σχέση με τα προ πανδημίας έτη, 2018 και 2019, ενώ αντίστοιχη μείωση παρατηρήθηκε και στις επισκέψεις τακτικών περιστατικών σε Κέντρα Υγείαςπεριφερειακά ιατρεία και Τοπικές Μονάδες Υγείας.

Οι ανάγκες για υπηρεσίες υγείας του πληθυσμού δεν μειώθηκαν. Απλώς οι χρήστες των υπηρεσιών μετατοπίζονται στον ιδιωτικό τομέα, όταν το πρόβλημά τους δεν είναι επείγον. Η προσφυγή σε ιδιωτικές δομές υγείας εν μέσω της πανδημίας, όταν τα δημόσια νοσοκομεία περιόρισαν σημαντικά τη λειτουργία τους για τα non COVID-19 περιστατικά, φαίνεται ότι συνεχίζεται και μετά την πανδημία. Το ερώτημα είναι εάν αυτό γίνεται από επιλογή ή από ανάγκη. Από τη μία, υπάρχει η εκτίμηση ότι οι πολίτες «γνώρισαν» μέσα στην πανδημία την ευκολία και την ταχύτητα εξυπηρέτησης στις ιδιωτικές μονάδες υγείας ειδικά σε ό,τι αφορά τις διαγνωστικές εξετάσεις. Από την άλλη, όπως επισημαίνουν οι ίδιοι οι λειτουργοί του ΕΣΥ, η αδυναμία των δημόσιων μονάδων να εξυπηρετήσουν τους πολίτες μετά τις μαζικές αποχωρήσεις ιατρικού προσωπικού από το ΕΣΥ, τους οδηγεί στον ιδιωτικό τομέα. Και όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά στην «Κ», «το νοσοκομείο Σπάρτης που δεν έχει παθολόγους, πώς θα κλείσει ραντεβού στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία;».

Νησιά δίχως γιατρούς

Νησιά δίχως γιατρούς

Σύμφωνα με τα δεδομένα που συγκεντρώνει το υπουργείο Υγείας, πέρυσι στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία (ΤΕΙ) νοσοκομείων του ΕΣΥ έγιναν 6.169.241 επισκέψεις πολιτών. Αν και ο αριθμός αυτός είναι σαφώς αυξημένος σε σχέση με τα έτη της πανδημίας –ειδικά το 2020 οι επισκέψεις δεν ξεπέρασαν τα 5.000.000– υπολείπεται σημαντικά από τα προ πανδημίας επίπεδα, όταν το 2018 οι επισκέψεις ήταν 7.662.608 και 7.616.194 το 2019. Αντίστοιχα, στα Κέντρα Υγείας και στα περιφερειακά ιατρεία πέρυσι εξυπηρετήθηκαν 6.015.519 τακτικά περιστατικά έναντι 7.787.658 το 2018 και 7.391.962 το 2019.

Η μείωση, σύμφωνα με τους νοσοκομειακούς γιατρούς, σχετίζεται με τις σοβαρές ελλείψεις προσωπικού λόγω των μαζικών αποχωρήσεων από το ΕΣΥ.

Σε ό,τι αφορά τα έκτακτα περιστατικά, η προσέλευση στο ΕΣΥ έχει επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα: 4.612.058 επισκέψεις στα τμήματα επειγόντων περιστατικών νοσοκομείων και 3.305.612 επισκέψεις στις δημόσιες μονάδες ΠΦΥ έναντι 4.887.625 και 3.381.554 το 2019, αντίστοιχα. Το ίδιο ισχύει και για τα απογευματινά ιατρεία (επί πληρωμή ραντεβού με γιατρούς του ΕΣΥ), όπου πέρυσι εξυπηρετήθηκαν 577.881 άτομα, έναντι 615.696 το 2019. Χωρίς μεγάλες διακυμάνσεις την τελευταία εξαετία είναι οι ετήσιες νοσηλείες στο ΕΣΥ. Το 2023 στο ΕΣΥ νοσηλεύθηκαν 2.509.691 περιστατικά.

Ο υφυπουργός Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους μιλώντας στην «Κ» αποδίδει τη μείωση του αριθμού των τακτικών περιστατικών του ΕΣΥ κυρίως στις εργαστηριακές εξετάσεις, οι οποίες πλέον στη συντριπτική τους πλειονότητα γίνονται στον ιδιωτικό τομέα υγείας. Οπως σημειώνει, «όλος ο εργαστηριακός τομέας κατά τη διάρκεια της πανδημίας ουσιαστικά “έφυγε” προς τις ιδιωτικές δομές, όταν το ΕΣΥ αφοσιώθηκε στην αντιμετώπιση της COVID-19 και δεν εξυπηρετούσε αυτά τα περιστατικά, και δεν επανήλθε μετά στο δημόσιο σύστημα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέσα στην πανδημία πολλοί πολίτες “γνώρισαν” τον ιδιωτικό τομέα υγείας». Σύμφωνα με τον κ. Θεμιστοκλέους, η μετατόπιση των πολιτών προς τον ιδιωτικό τομέα υγείας για διαγνωστικές εξετάσεις ήταν και αυτό που οδήγησε στην αύξηση από την προσεχή Τετάρτη της συμμετοχής των πολιτών στο κόστος όταν αυτές εκτελούνται σε ιδιώτες παρόχους, ως έναν τρόπο συγκράτησης της δαπάνης του ΕΟΠΥΥ: ένα ευρώ ανά παραπεμπτικό για την εκτέλεση εξετάσεων βιολογικών υλικών και τρία ευρώ ανά παραπεμπτικό για την εκτέλεση απεικονιστικών ελέγχων.

Στα δημόσια νοσοκομεία μόνο για τα έκτακτα-1

Για τους νοσοκομειακούς γιατρούς, η μείωση σχετίζεται με τις σοβαρές ελλείψεις προσωπικού λόγω των μαζικών αποχωρήσεων γιατρών από το ΕΣΥ. Οπως αναφέρει στην «Κ» ο νευροχειρουργός στο Κρατικό Νίκαιας, γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος Πάνος Παπανικολάου, «έχουν αποσαθρωθεί τα τμήματα απεικονιστικών εξετάσεων των νοσοκομείων του ΕΣΥ, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να καλύψουν τις ανάγκες των νοσηλευόμενων και των ασθενών στις εφημερίες. Πόσο μάλλον τους εξωτερικούς ασθενείς. Ενδεικτικά, στο νοσοκομείο Νίκαιας, στο τμήμα του Αξονικού έχουν μείνει μόνο δύο γιατροί, και εδώ και πάνω από ένα χρόνο έχουν σταματήσει τα ραντεβού για εξωτερικούς ασθενείς. Αντίστοιχα έχουν δυσκολέψει πολύ και τα ραντεβού για αιματολογικές εξετάσεις για τους εξωτερικούς ασθενείς». Σύμφωνα με τον κ. Παπανικολάου, μείωση παρατηρείται και στα ραντεβού για κλινική εξέταση στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων. Οπως σημειώνει, «τα νοσοκομεία αναγκάζονται να περιορίσουν τα ραντεβού στα ΤΕΙ, προκειμένου να καλυφθούν με γιατρούς κατά προτεραιότητα τα τμήματα επειγόντων περιστατικών και τα έκτακτα περιστατικά. Το νοσοκομείο Σπάρτης που δεν έχει παθολόγους, τι τακτικά ιατρεία να κάνει; Το ίδιο τα νοσοκομεία Ξάνθης, Δράμας, Κιλκίς. Τι τακτικά ιατρεία να κάνουν; Ακόμα και στα μεγάλα νοσοκομεία σιγά σιγά ισχύει αυτό. Αντίστοιχα, στα Κέντρα Υγείας με το ζόρι εξυπηρετούνται τα έκτακτα περιστατικά, αφού συνήθως οι γιατροί τους καλούνται να καλύψουν τις εφημερίες των κοντινών νοσοκομείων».

Στα δημόσια νοσοκομεία μόνο για τα έκτακτα-2

Σχολιάζοντας το φαινόμενο, ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Κυριάκος Σουλιώτης αναφέρει στην «Κ» ότι «η τάση που καταγράφεται σχετικά με την επιλογή του ιδιωτικού τομέα για ιατρική επίσκεψη και διενέργεια εργαστηριακών εξετάσεων είναι σταθερή τα τελευταία χρόνια. Προφανώς τα κενά του ΕΣΥ έχουν διαδραματίσει κάποιο ρόλο, όμως μην ξεχνάμε ότι ειδικά στον τομέα των εξετάσεων, με δεδομένο ότι την τελευταία δεκαετία όλες οι ιδιωτικές δομές είναι συμβεβλημένες με την κοινωνική ασφάλιση για το σύνολο των υπηρεσιών που παρέχουν, η προτίμησή τους σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με το ότι η οικονομική συμμετοχή του πολίτη περιορίζεται στο 15% και μάλιστα υπολογίζεται επί τιμών που κατά τεκμήριο είναι χαμηλές. Επιπλέον, η ευελιξία του ιδιωτικού τομέα και η διευρυμένη χρονική διαθεσιμότητα της λειτουργίας του αποτελούν συγκριτικό πλεονέκτημα για την εξυπηρέτηση των πολιτών και τον χρόνο αναμονής για τη διενέργεια των εξετάσεων και τη λήψη των αποτελεσμάτων. Είναι ενδεικτικό ότι στις μελέτες που διενεργούμε κάθε χρόνο από το 2016, συστηματική επιλογή συμβεβλημένων ιδιωτικών εργαστηρίων για τη διενέργεια εξετάσεων καταγράφεται από το 70% περίπου των συμμετεχόντων, επιλογή η οποία πρέπει να θεωρείται μέρος του δημόσιου συστήματος υγείας, τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος του κόστους καλύπτεται από δημόσιες πηγές. Από την άλλη, στο ζήτημα της ιατρικής επίσκεψης, ο περιορισμένος αριθμός των ιατρών που είναι συμβεβλημένοι με την κοινωνική ασφάλιση έχει ως αποτέλεσμα η ιδιωτική επιλογή να προκαλεί μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση στους πολίτες και τα σχετικά ποσοστά είναι χαμηλότερα. Στην όλη εξίσωση πρέπει να ληφθεί υπόψη και η μεγάλη σημασία που έχει στη χώρα μας η ελευθερία επιλογής ιατρού, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες».

kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου